Kλείνω το μινι-αφιέρωμα Bond με αυτήν την διερώτηση. Γίνεται πολύς λόγος για το πώς ο Bond των Craig/ Haggis ανανέωνει την σειρά ή και την ανατρέπει. Γίνονται συγκρίσεις με την σειρά "Bourne" με Mat Damon, αναφορές στην political correctness, τον ρεαλισμό και την ανθρωπιά του νέου Bond, ως έναυσμα για να επιχαίρουν κάποιοι και να αγανακτούν άλλοι. Αυτό που λέγεται λιγότερο είναι ότι έχουμε επίσης μια επιστροφή στον πρωταρχικό ήρωα των μυθιστορημάτων του Ian Fleming, από τον οποίο η κινηματογραφική σειρά αυτονομήθηκε.
Έκανα από περιέργεια μια γρήγορη ανάγνωση του πρώτου από τα 14 μυθιστορήματα της σειράς του Fleming, δηλαδή του Casino Royale, και διαπίστωσα τα εξής ενδιαφέροντα:
Όταν ερωτάται ο Bond πώς κατάφερε να γίνει 00, απαντά πως δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, απλώς χρειάζονταν ανθρώπους που να είναι έτοιμοι να σφάξουν κάποιον. Και δεν ήταν εύκολο να βρεθούν τέτοιοι άνθρωποι. Καμία περηφάνεια, καμία αυταρέσκεια. Ένας Bond με ώριμη ταπεινοφροσύνη, που διατηρεί ωστόσο την ελάχιστη απαραίτητη απόσταση από τον κυνισμό, με συναίσθηση της ματαιότητας. Ο Bond παρουσιάζεται ως ένα είδος χασάπη. Έπρεπε να κάνει τους δύο φόνους, όπως και στην πρόσφατη ταινία. Στο μυθιστόρημα, όπως και στην ταινία, ο πρώτος φόνος γίνεται με πιστόλι μακρόθεν και χρειάζεται μία μόνο σφαίρα. Εκεί ο Bond θεωρεί ότι είναι πολύ εύκολο τελικά να περάσεις αυτό το βήμα που χωρίζει την πρότερη μακαριότητα του αθώου από τον φόνο. Ο δεύτερος, όμως, φόνος (και οι δύο μες στον Β' Παγκόσμιο) πρέπει να γίνει με μαχαίρι, είναι αρκετά χασάπικος, και προκαλεί τον αποτροπιασμό του Bond. Θεωρώ ότι η ταινία Casino Royale αποδίδει με μεγάλη πιστότητα το πνεύμα του μυθιστορήματος του Fleming σε αυτά τα δύο γεγονότα.
Αν και χασάπης, ο Bond του μυθιστορήματος έχει και το σικ και τον κοσμοπολιτισμό, και το gambling και τον ερωτισμό της κινηματογραφικής σειράς παρέα με την σκληράδα και τον τσαμπουκά.
Τι δεν έχει? Δεν είναι ξερόλας. Δεν κάνει ψυχαναγκαστικό σεξ σε κάθε δυνατή ευκαιρία. Δεν έχει εκ των προτέρων έτοιμες τις ατάκες. Δεν έχει εκ των προτέρων έτοιμη την λύση σε όλα τα διλήμματα, σε όλους τους ηθικούς ενδοιασμούς, σε όλες τις συναισθηματικές περιπλοκές. Με λίγα λόγια είναι ένας Bond ανοιχτός, μετεωριζόμενος. Θα μπορούσα, λοιπόν, να τιτλοφορήσω το παρόν ποστ και ως "ο ανοιχτός Bond και οι εχθροί του", παραφράζοντας την έκφραση του Popper.Θέλω να καταλήξω στο εξής: O Craig είναι ο Bond του μυθιστορήματος του Fleming, και ίσως
μόνο αυτός από τους έξι ηθοποιούς που τον υποδύθηκαν. Ίσως θα μπορούσα να πω το ίδιο και για τον Sean Connery, αλλά κυρίως των δύο πρώτων ταινιών, του Δρος Νο, και του "Από Ρωσία με αγάπη", που ήταν και οι δύο μόνες ταινίες που πρόλαβε να δει ο Fleming πριν εκδημήσει. Ποια είναι τα κοινά του Craig με τον μυθιστορηματικό Bond? Και οι δύο είναι σκληροί, βαράνε πολύ, αλλά και οδύνονται και ματώνουν. Και οι δύο έχουν συναισθηματική εξέλιξη που δεν είναι a priori διαγεγραμμένη. Και οι δύο παλεύουν μεταξύ μιας πολύ έντονης αίσθησης καθήκοντος και της ανθρωπιάς τους (που στην περίπτωση του μυθιστορηματικού έχει χαλκευτεί μέσα στον Β' Παγκόσμιο). Ο Sean Connery κατά την γνώμη μου δεν υπήρξε ποτέ ο Bond του μυθιστορήματος Casino Royale, αν και θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι υπήρξε ο Bond των υπόλοιπων μυθιστορημάτων. Και βέβαια, σιγά σιγά η επιτυχία της ταινίας οδήγησε σε μια τυποποίηση, που έφτιαξε μια συνταγή, που θεωρώ ότι είναι άσχετη με την λογοτεχνική προέλευση του Bond. Μερικά ενδεικτικά στοιχεία της συνταγής για να καταλαβαινόμαστε: Οι γκατζετιές, ότι στο τέλος θα υπάρχει ένα κρεσέντο στην βάση του κακού σε κάποιον τουριστικό προορισμό, ότι θα υπάρχει πάντα το δευτερεύον Bond κορίτσι που θα θυσιαστεί, σε αντίθεση με το πρωτεύον που θα μείνει στους τίτλους του τέλους, οι μονομαχίες με δευτερεύοντα κακό-μπράβο-φουσκωτό ως προανάκρουσμα για την τελική μονομαχία με τον πρωτεύοντα κακό, που χρησιμοποιεί περισσότερο την ευφυία και τεχνολογική υπεροχή του, τα αεροπλάνα και πτώσεις χωρίς αλεξίπτωτο, τα οχήματα κ.τ.λ. Αυτή η τυποποίηση ήταν φυσικό μετά την καθιέρωση της επιτυχίας να αφυδατώσει την έμπνευση και τον αυθορμητισμό των Bond, και τώρα παρουσιάζεται ως "καινοτομία", αυτό που εν πολλοίς είναι η μήτρα του Bond, καθώς τα μυθιστορήματα του Fleming ναι μεν έδωσαν τα εναύσματα για την συνταγή, αλλά δεν την περιείχαν στην ολοκληρωτική επιβολή της.
"My name is Fleming... Ian Fleming!"...
Δύο περιπτώσεις στις οποίες η ταινία Casino Royale αποδίδει πιστά το πνεύμα του ομώνυμου μυθιστορήματος και δεν "νεωτερίζει", όπως μπορεί να θεωρηθεί.
α) Ο βασανισμός του Bond έως κινδύνου ευνουχισμού από τον Le Chiffre. Όχι, δεν είναι παιγνιώδης αμφισβήτηση του ανδρισμού του Bond, ώστε να μην θεωρείται πια φαλλοκράτης ματσό. Υπάρχει στο μυθιστόρημα και η έμπνευσή του είναι ακούσματα του Fleming για αντίστοιχα συμβάντα στον Β' Παγκόσμιο, τα οποία μάλιστα αναφέρονται στο μυθιστόρημα. Μάλιστα, πολύ ρεαλιστικά, στο μυθιστόρημα, όταν ο Bond αναρρώνει, αναρωτιέται αν είναι έτοιμος να το κάνει με την Vesper μετά το πάθημα του, και τελικά δοκιμάζει το σεξ μαζί της μεταξύ άλλων για να μπορέσει να διαπιστώσει αν μπορεί και πάλι να λειτουργήσει σεξουαλικά ύστερα από τις καζούρες που τού 'κανε ο Le Chiffre.
Όμως, ο Fleming παρουσιάζει με μια πολύ ευρύτερη ψυχολογική- υπαρξιακή θεώρηση το γεγονός του βασανισμού, η οποία μόνο εν μέρει αποδόθηκε στην ταινία. Πηγή του βέβαια ήταν τα βασανιστήρια του Β' Παγκοσμίου, και σ' αυτό, τηρουμένων των αναλογιών, οι περιγραφές του Fleming έχουν κάτι από την ψυχολογική βαθύτητα των αυτοπαθών Imre Kertesz και Primo Levi, που παρουσιάζουν τους βασανισμούς των Εβραίων από τους Ναζί. Παρουσιάζει, δηλαδή, ο Fleming ότι ο Bond μετά τον πρώτο γύρο βασανιστηρίων, αρχίζει να νιώθει μια συμπάθεια προς τον θύτη Le Chiffre, αρχίζει να εσωτερικεύει την εικόνα που έχει ο θύτης του γι' αυτόν, μέχρι σημείου να αντλεί μια νοσηρή μαζοχιστική ικανοποίηση από τον ευτελισμό και τον πόνο του. Μετά το θάνατο του Le Chiffre και το ξεπέρασμα του κινδύνου, ο Bond μάλλον έχει βρει στην ακραία εμπειρία του πόνου την πρωταρχική συμπάθεια προς όλους τους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου του δημίου του (!), αφού ο πόνος είναι τελικά το ουσιώδες της ζωής, και μόνο σ' αυτόν προσεγγίζεις τους άλλους, όπως θα έλεγε και ο Schopenhauer. Ο Bond έχει φτάσει σε μια ακραία υπαρξιακή αφύπνιση μέσα από τον πόνο, και η έννοια του καθήκοντος χάνει πια το νόημά της. Θεωρεί ότι ο Le Chiffre είναι ένας άνθρωπος, όπως και αυτός, που τους ενώνει ο πόνος, ακόμη κι αν βρίσκεται ο ένας στην θέση του θύτη κι ο άλλος σ' αυτήν του θύματος. Εξάλλου, παρατηρεί ο Bond οι θέσεις αυτές θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι οι αντίστροφες. Με αυτά σκανδαλίζει τους συναδέλφους του, που είναι ζντουπ μονολιθικοί Άγγλοι πράκτορες και απορούν με αυτόν τον προβληματισμό που τον οδηγεί στην παραίτησή του. Ο Bond παραιτείται, επειδή λόγωι της ακραίας αυτής εμπειρίας πόνου, αρνείται πλέον να πιστεύει σε good guys και bad guys. Κάτι παρόμοιο, δηλαδή, με αυτό που συμβαίνει στον Ιβάν Ντενίσοβιτς, τον ήρωα του Σολζενίτσιν στα σοβιετικά γκούλαγκ. Τελικά, είναι μόνο μέσα από αυτήν την εμπειρία του πόνου που ο Bond φτάνει στην αγάπη προς την Vesper, στην οποία τώρα έρχομαι.
Ο Bond μάλλον πήρε από τον μπαμπά...
β) Και στο μυθιστόρημα, όπως και στην ταινία, δίνεται με πολλή ευαισθησία, ο έρωτάς τους. Σκέφτονται πώς να είναι για πάντα μαζί, τα παιδιά που θα κάνουν... Τελικά, η Vesper αυτοκτονεί ως μία υπέρτατη πράξη αυτοθυσίας, που θα σώσει και τον νυν αγαπημένο της, τον Bond, και τον πρώην.
(Μερικές ιστορικές σημειώσεις: Στο μυθιστόρημα, ο πρώην αγαπημένος της ήταν Πολωνός, με τον οποίο η Vesper είχε συνεργαστεί στον Β' Παγκόσμιο εναντίον των Γερμανών, αλλά τώρα είχε παγιδευτεί από τους Σοβιετικούς κατακτητές της Πολωνίας. Η οργάνωση που εκβιάζει την Vesper είναι η σοβιετική αντικατασκοπική "SMERSH" (αρκτικόλεξο γα το ρωσικό "θάνατος στους κατασκόπους"-Smert Shpionam), που είναι το πρότυπο τόσο για το S.P.E.C.T.R.E., όσο και για το Quantum των ταινιών. Για χάρη του Πολωνού, που απειλείται με εκτέλεση από τους Σοβιετικούς, η Vesper παίζει το παιχνίδι της διπλής κατασκοπείας αλλά μόλις γνωρίζει τον Bond και τον ερωτεύεται, οι προτεραιότητες αλλάζουν. Σημειωτέον ότι το όνομα "Vesper Lynd" αποτελεί μια γερμανοειδή προφορά του "West Berlin", που ήταν σύμβολο για τους διπλούς πράκτορες. Ο δε Le Chiffre του μυθιστορήματος, τα λεφτά του τα έχει βγάλει ως μεγαλο-νταβατζής (πώς λέμε μεγαλοδικηγόρος?) από μια αλυσίδα μπορντέλων, την οποία όμως αναγκάζεται να κλείσει λόγωι ενός νεόδμητου μεταπολεμικού γαλλικού νόμου περί πορνείας. Οπότε ελπίζει να αναπληρώσει τα χαμένα λεφτά απ' το gambling).
Η αυτοκτονία της Vesper είχε ως σκοπό να σωθεί ο Bond, χωρίς να εκτελεστεί ο Πολωνός, και να βγει η ίδια με τραγικό τρόπο από το αδιέξοδο. Από το επιθανάτιο σημείωμά της, ο Bond συνειδητοποιεί ότι η αγαπημένη του ήταν ένας διπλός πράκτορας, που εξαιτίας της θα είχαν μάλλον χαθεί αρκετοί Βρετανοί πράκτορες, αρκετά μυστικά, αρκετές μάχες μέσα στον Ψυχρό Πόλεμο. Και επιλέγει να "σκανδαλισθεί" γι' αυτήν την ηθική της ατοπία. Καταλαβαίνει ότι γι' αυτόν μάλλον προέχει το καθήκον, η "δουλειά", και όχι ο έρωτας. Σε αυτό διέφερε από την Vesper. Όχι, ο Bond σίγουρα δεν ήταν σαν τον "Άγγλο Ασθενή" που πρόδωσε την πατρίδα του για την αγαπημένη του. Τελικά, επειδή μάλλον δεν μπορεί να διαχειριστεί την συναισθηματική του αναστάτωση επιλέγει την εύκολη λύση:
Την δαιμονοποίηση της Vesper. Η Vesper πρέπει να θεωρηθεί ως vilain, με αντίστοιχο good guy τον Bond, επειδή ο τελευταίος δεν μπορεί να χωρέσει την ακραία θυσιαστική της αγάπη. Κι έτσι φτάνουμε στο "the bitch is dead!", που είναι η καταληκτική φράση του μυθιστορήματος. (Αυτή η δαιμονοποίηση της γυναίκας μου θυμίζει έντονα το πώς τελειώνει αντίστοιχα ένα άλλο ποπ φαλλοκρατικό μυθιστόρημα, οι "Τρεις Σωματοφύλακες" του Dumas).
To οποίο δεν σημαίνει ότι ο Bond δεν αγαπά την Vesper! Κάθε άλλο! Αλλά σημαίνει ότι δεν την αγαπά, όπως αυτή εκείνον!..Ο Bond κάνει στο εξής οικονομία στα αισθήματά του! Που την πετυχαίνει με το εξής απλοϊκό κατασκεύασμα. Η Vesper ήταν η σκύλα, η προδότρα, και αυτός το καλό παιδί που δεν θα προδώσει πλέον ούτε κατ' επίνοιαν το έθνος του, αλλά θα συνεχίσει στον δρόμο που προηγουμένως σκεφτόταν να παρατήσει. Και δεν τολμάει ούτε στιγμή να γυρίσει το κεφάλι πίσω, γιατί ξέρει καλά πόσο νωπό είναι το τραύμα της Vesper!
(Έχουμε, δηλαδή, το διπλό παράδοξο: Ο βασανισμός του από τον Le Chiffre τον έκανε να συμπαθήσει τον δήμιό του, και να σκεφτεί την παραίτησή του. Ενώ, αντίθετα, η σωτηρία του από την Vesper τον έκανε να την δαιμονοποιήσει, και να συνεχίσει την εθνοσωτήρια αποστολή του. Άβυσσος η ψυχή του άνδρα!?)Στην ταινία "Casino Royale" βλέπουμε την παραλλαγή ότι η Vesper αφήνει τελικά ένα hint στον Bond, για να πάει να ψάξει τον Mr White του Quantum. (Άλλωστε δεν είναι τόσο σαφές όσο στο μυθιστόρημα ότι πρόκειται για εκούσια και προαποφασισμένη αυτοκτονία ή για το αν η Vesper απλώς εγκαταλείφθηκε στον θάνατο). Έτσι η ιστορία συνεχίζεται και σε δεύτερη ταινία, πιθανόν και σε άλλες ακόμα. Ο τίτλος "quantum of solace" (ελάχιστο ποσό παρηγοριάς/παραμυθίας) της τελευταίας ταινίας ανλείται από ένα διήγημα του Fleming, όπου ο Bond ακούει από έναν (μετα-)αποικιακό αξιωματούχο την ιστορία ενός ζευγαριού, που όταν χάθηκε αυτό το ελάχιστο "quantum of solace" από την σχέση τους, ο άντρας κυνήγησε την πρώην σύζυγό του αδίστακτα έως τον εξουθενωτικό εξευτελισμό της. Η μόνη εμφανής ομοιότητα είναι ότι η δράση είναι στην Λατινική Αμερική (στην Κούβα το διήγημα). Ίσως ο ποιητής να θέλει και να πει ότι ο Bond της παρούσης ταινίας έχει απωλέσει αυτό το ελάχιστο "quantum of solace" (με την έννοια του Fleming), και γι' αυτό είναι όπως είναι... Ας πούμε, όταν έχεις χάσει αυτό το quantum of solace τι να σου κάνει κι η Olga Kurylenko? Πάντως, δεν είναι ότι ο Bond παύει να είναι επιβήτωρ. Την Strawberry Fields μια χαρά την βολεύει, όπως θα διαπιστώσατε. Αυτό που παύει, είναι το να είναι ψυχαναγκαστικός στο να έχει σεξ σε κάθε ευκαιρία. Και ορθώς!
Mε τα παραπάνω, ελπίζω να κατέστησα σαφές το πόσο οι δύο τελευταίες ταινίες είναι κυρίως καταδύσεις στον θεμελιακό Bond του Fleming. Τώρα ως προς το αν είναι και καινοτομίες με πρότυπο τους Αμερικανούς action heroes τύπου Bruce Willis, Stallone κ.τ.ό... Ασφαλώς και είναι σε κάποιο βαθμό. Τα μυθιστορήματα του Fleming δεν έχουν την καταιγιστική δράση των χολυγουντιανών ταινιών, οπότε πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι στον βαθμό που έχουμε στις ταινίες έναν σκληροτράχηλο die hard Bond υπάρχει και η σχετική επίδραση ασχέτως Fleming.
Αυτό που θα ήθελα πάντως να τονίσω είναι ότι αυτή επίδραση είναι ένα ελάχιστο updating του κινηματογραφικού ήρωα των πέντε δεκαετιών. Το πρωταρχικό είναι αφενός η επανεύρεση του μυθιστορηματικού ήρωα... Και αφετέρου η εφεύρεση μιας νέας συνταγής από τον Haggis, για έναν νέο politically correct Bond. Θα επιστήσω την προσοχή στα δύο remakes που παρουσιάστηκαν στις δύο ταινίες. Πρώτον, στο Casino Royale βλέπουμε ως αναδυόμενη Αφροδίτη του Botticelli, όχι πλέον μια γκόμενα σαν την Ursula Andress ή την Halle Berry, αλλά τον ίδιο τον Bond αλά Craig!
Επιτρέψτε μου να θεωρήσω την συγκεκριμένη σκηνή ως ένα συμπαθούν προς τους γκέι remake του Αφροαμερικανικού remake της Halle Berry (Die Another Day) του πρωτοτύπου της Ursula Andress (Dr No). Τώρα και ο Bond αποτελεί ένα ερωτικό αντικείμενο, και όχι μόνο τα Bond-girls...
Daniel Craig: Sexier than Ursula Andress! (And Halle Berry)... Συν το remake του Quantum, όπου βλέπουμε το αδικοχαμένο Bond-girl να παθαίνει ασφυξία από τον μαύρο χρυσό, αντί του κανονικού χρυσού, όπως στον "Χρυσοδάκτυλο". Συναφής είναι ο τρόπος που ο Haggis περνά από το ψυχροπολεμικό SHMERSH (που κατά τον Fleming ήταν υπεύθυνο και για την δολοφονία του Trotsky το 1940!) στο νεοταξίτικο Quantum. Εδώ φτιάχνεται μια συνταγή (όπου η επιρροή του "Bourne" ενδεχομένως να υπάρχει, αλλά για μένα δεν είναι κεφαλαιώδης). Το Quantum είναι μια παγκόσμια κλίκα που ευθύνεται για όλα τα δεινά του νεοταξικού οικολογικά (και όχι μόνο) καταρρέοντος κόσμου. Έχει ανθρώπους στις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την Ρωσία, την Αγγλία.
Επιμένετε ακόμη ότι ο Sean Connery είναι αξεπέραστος?
Έτσι ένας αντι-αμερικάνος, όπως εγώ, θα δει το υπερθέαμα, χωρίς ενοχές, αφού στο κάτω κάτω ο 007 ανατρέπει ένα αμερικανοκίνητο πραξικόπημα στην Βολιβία. Ένας αμερικανόφιλος από την άλλη, θα χαρεί επίσης με το ότι ο 007 ανθίσταται σε ρωσικές μονοπωλήσεις επί των ενεργειακών πηγών. Ένα αμερικανάκι θα χαρεί με το ότι ξεμπροστιάζεται η υποκρισία του Γάλλου τάχα μου οικολόγου, και έτσι φαίνονται τα πραγματικά αίτια των γαλλικών σπασαρχίδικων για τους Αμερικανούς διαμαρτυριών. Εντέλει, το Quantum βολεύει όλους τους θεατές, προκειμένου να απενεχοποιηθούν σε μια σύγχρονη θέαση των ταινιών James Bond.
Αλλά παρ' όλ' αυτά, θεωρώ αυτό που πέτυχε ο Haggis ως μια μεγάλη επιτυχία!